Σαμάρεια — Ιστορική περιοχή της Παλαιστίνης, που σήμερα ανήκει στο κράτος του Ισρα ρήλ και στο Βασίλειο της Ιορδανίας. Ορίζεται στα Β από τη Γαλιλαία, στα Ν από την Ιουδαία, και στα Α από τη βαθιά συροαφρικανική τεκτονική τάφρο, τη λεγόμενη «Κοιλάδα του… … Dictionary of Greek
Εβραίοι — Αρχαίος σημιτικός λαός από τη Χαλδαία, που εγκαταστάθηκε κατά τα τέλη της 2ης χιλιετίας π.Χ. στη Γη της Χαναάν. Η ονομασία του οφείλεται, κατά την παράδοση, στον Έβερ, απόγονο του Σημ, γιου του Νώε. Οι Ε. ονομάζονταν επίσης και Ισραηλίτες, όνομα… … Dictionary of Greek
Αχαάβ — (9ος αι. π.Χ.). Βασιλιάς του Ισραήλ, και γιος και διάδοχος του Αμβρί (870 851 π.Χ.). Πήρε για γυναίκα του την Ιεζάβελ, που ήταν κόρη του βασιλιά της Τύρου, και επέβαλε την ειδωλολατρική θρησκεία στους κατοίκους της χώρας του, καταδιώκοντας όσους… … Dictionary of Greek
Ζαμβρί — Βιβλικό πρόσωπο. Διετέλεσε βασιλιάς του Ισραήλ, αφού κατέλαβε τον θρόνο με επανάσταση. Επικεφαλής ιππικού τμήματος σκότωσε τον βασιλιά Ηλά καθώς και τα μέλη της δυναστείας Βαασά. Προκειμένου να μη συλληφθεί από τον αντίπαλό του Αμβρί, ο οποίος… … Dictionary of Greek
Ισραήλ — I Επίσημη ονομασία: Κράτος του Ισραήλ Έκταση: 20.770 τ. χλμ. Πληθυσμός: 6.029.529 (2002) Πρωτεύουσα: Ιερουσαλήμ (622.091 κάτ. το 1997) *Σημ.: Η Ιερουσαλήμ ανακηρύχθηκε μονομερώς από το Ισραήλ πρωτεύουσα το 1982, στη θέση του Τελ Αβίβ, χωρίς όμως… … Dictionary of Greek
АМВРИЙ — [евр. , , греч. Αμβρι], 6 й израильский царь (3 Цар 16. 16 28), основатель названной его именем династии, просуществовавшей 33 года. Значение имени А. и его происхождение остаются предметами дискуссий (S. Timm). Чаще его имя связывали с араб.… … Православная энциклопедия